Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἀράβοις — Ἄραβος masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σαψίς — Α (κατά τον Ησύχ.) «ὁ ἀγαθὸς δαίμων παρὰ Ἀράβοις» … Dictionary of Greek
καράβοις — κ̱αράβοις , κάραβος horned masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)